legal_cover_rsm_brief_march_2019.png

Η αξίωση του εργοδότη για παροχή εργασίας είναι κατ’ αρχήν αμεταβίβαστη. Ωστόσο από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 361, 648 και 651 ΑΚ, προκύπτει ότι είναι δυνατό, με συμφωνία ή συναίνεση του εργαζόμενου, οι υπηρεσίες του τελευταίου να παρέχονται για ορισμένο ή αόριστο χρόνο σε άλλο εργοδότη (δανεισμός εργασίας). Η εν λόγω συναίνεση μπορεί να είναι και σιωπηρή, να συνάγεται, δηλαδή, από τη συμπεριφορά του εργαζόμενου, ο οποίος προσέρχεται και προσφέρει την εργασία του σε τρίτο (ΑΠ 800/2014, ΝΟΜΟΣ). Η πρακτική αυτή είναι ευρέως διαδεδομένη σε περιπτώσεις συνδεδεμένων επιχειρήσεων και στους Ομίλους επιχειρήσεων και κατά συνέπεια αποτελεί ένα ιδιαίτερα σημαντικό τμήμα της ύλης του εργατικού δικαίου.

Δανεισμός εργαζομένου είναι μια τριγωνική σχέση μεταξύ του εργοδότη, του εργαζομένου και του τρίτου στον οποίο παραχωρούνται οι υπηρεσίες του εργαζομένου, σύμφωνα με την οποία ο εργαζόμενος παρέχει προσωρινά στον τρίτο την εργασία του.

Ο δανεισμός εργαζομένων διακρίνεται στον γνήσιο δανεισμό και τον μη γνήσιο ή κατ’ επάγγελμα δανεισμό. Γνήσιος δανεισμός υπάρχει, σύμφωνα με όσα ήδη εκτέθηκαν, στην περίπτωση που ο εργαζόμενος που έχει προσληφθεί από τον αρχικό εργοδότη για να παρέχει εργασία σε αυτόν, με κοινή συμφωνία ή συναίνεση του, παρέχει την εργασία του σε τρίτο (δανειζόμενο εργοδότη) για κάποιο χρονικό διάστημα. Αντίθετα στην περίπτωση του μη γνήσιου η κατ’ επάγγελμα δανεισμού η αρχική σύμβαση του εργαζομένου προβλέπει ότι ο εργαζόμενος δεν θα παρέχει την εργασία του στον αρχικό εργοδότη αλλά προσλαμβάνεται για να παρέχει τη εργασία του σε τρίτους που θα υποδεικνύει ο αρχικός εργοδότης. Η περίπτωση αυτή δανεισμού ρυθμίστηκε νομοθετικά στη Χώρα μας αρχικά με τον ν. 2956/2001 και εν συνεχεία με τον ν. 4052/2012 όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει, και αποτελεί αντικείμενο άλλης ανάπτυξης.  

Η τριμερής σχέση του γνήσιου δανεισμού εργαζομένου και η λειτουργία της, η οποία οδηγεί σε κατάτμηση της εργοδοτικής ιδιότητας μεταξύ αρχικού και δανειζόμενου εργοδότη, εγείρει διάφορα ζητήματα τα σημαντικότερα εκ των οποίων τίθενται ευθύς κατωτέρω:

Ποιος είναι ο αντισυμβαλλόμενος εργοδότης;

Αντισυμβαλλόμενος εργοδότης παραμένει ο αρχικός εργοδότης του εργαζομένου και η σύμβαση δανεισμού δεν μεταβάλει την αρχική σύμβαση εργασίας μεταξύ αρχικού εργοδότη και εργαζομένου. Συνεπώς ο αρχικός εργοδότης βαρύνεται με την τήρηση των εργοδοτικών υποχρεώσεων, όπως ο μισθός, η χορήγηση άδειας αναψυχής κ.α..

Ποιος υποχρεούται να καταβάλλει το μισθό;

Ο μισθός όπως και οι λοιπές εργοδοτικές υποχρεώσεις (π.χ. ασφαλιστικές εισφορές) βαρύνουν τον αρχικό εργοδότη. Ωστόσο είναι δυνατό να συμφωνηθεί από τα μέρη ότι κατά τη διάρκεια του δανεισμού ο μισθός θα καταβάλλεται από τον δανειζόμενο ο εργοδότη. Σε κάθε περίπτωση, πλην αντιθέτου συμφωνίας, ο δανειζόμενος εργοδότης είναι υπόχρεος έναντι του εργαζομένου για ζητήματα που ανακύπτουν για πρώτη φορά κατά τη διάρκεια του δανεισμού. Έτσι αξιώσεις του μισθωτού για παροχή εργασίας πέραν της συμφωνημένης (π.χ. υπερεργασία, υπερωρίες, νυχτερινή εργασία, εργασία κατά Κυριακές ή αργίες κλπ) βαρύνουν του δανειζόμενο εργοδότη.

Ποιος ασκεί το διευθυντικό δικαίωμα;

Το διευθυντικό δικαίωμα ασκείται από τον δανειζόμενο εργοδότη. Ωστόσο, με δεδομένο ότι ο δανεισμός δεν επηρεάζει την αρχική σύμβαση εργασίας, αυτό ασκείται στα πλαίσια που ορίζονται από την σύμβαση εργασίας του μισθωτού με τον αρχικό εργοδότη. Επίσης τον δανειζόμενο εργοδότη βαρύνει η υποχρέωση πρόνοιας ενώ ο εργαζόμενος βαρύνεται με την υποχρέωση πίστης και έναντι του δανειζόμενου εργοδότη.   

Ποιος έχει δικαίωμα να καταγγείλει τη σύμβαση εργασίας;

Φορέας του δικαιώματος καταγγελίας της σύμβασης εργασίας και υπόχρεος να καταβάλλει τη νόμιμη αποζημίωση είναι μόνο ο αρχικός εργοδότης.

Τι γίνεται μετά τη λήξη του δανεισμού;

Κατά την λήξη της σύμβασης δανεισμού και την επιστροφή του εργαζομένου στον αρχικό εργοδότη, αυτός θα απασχοληθεί με βάση τους όρους εργασίας της σύμβασης εργασίας του και δεν ασκεί επιρροή η τυχόν μεταβολή αυτών κατά τη διάρκεια της απασχόλησης του στον δανειζόμενο εργοδότη. Έτσι τυχόν βελτίωση της θέση του εργαζομένου στην επιχείρηση του δανειζόμενου εργοδότη δεν συνεπάγεται δικαίωμα του εργαζομένου να απασχοληθεί σε αντίστοιχη θέση κατά την επάνοδο του στον αρχικό εργοδότη και η απασχόληση σε κατώτερη θέση δεν συνιστά βλαπτική μεταβολή (ΑΠ 36/1989, ΝΟΜΟΣ).