Δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ 101/Α΄/19.06.2021 ο νόμος 4808/2021 «Για την Προστασία της Εργασίας - Σύσταση Ανεξάρτητης Αρχής «Επιθεώρηση Εργασίας» - Κύρωση της Σύμβασης 190 της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας για την εξάλειψη της βίας και παρενόχλησης στον κόσμο της εργασίας - Κύρωση της Σύμβασης 187_ της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας για το Πλαίσιο Προώθησης της Ασφάλειας και της Υγείας στην Εργασία - Ενσωμάτωση της Οδηγίας (ΕΕ) 2019/1158 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 20ής Ιουνίου 2019 για την ισορροπία μεταξύ της επαγγελματικής και της ιδιωτικής ζωής, άλλες διατάξεις του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων και λοιπές επείγουσες ρυθμίσεις».

Ο Νόμος διαχωρίζεται σε 10 μέρη και οι σημαντικότερες εργασιακές ρυθμίσεις του περιγράφονται παρακάτω.

ΜΕΡΟΣ I: Κύρωση της Σύμβασης 190 της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας

Στο Μέρος Ι του νόμου λαμβάνει χώρα η κύρωση της Σύμβασης 190 της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας για την εξάλειψη της βίας και παρενόχλησης στον κόσμο της εργασίας.

ΜΕΡΟΣ ΙΙ: Υιοθέτηση Μέτρων και Ρυθμίσεις για την Παρενόχληση και τη βία στην εργασία

Στο Μέρος ΙΙ υιοθετούνται μέτρα και ρυθμίσεις για την παρενόχληση στο χώρο εργασίας. Είναι σημαντικό ότι για τις επιχειρήσεις που απασχολούν πάνω από 20 άτομα προβλέπεται υιοθέτηση  πολιτικών για την πρόληψη και καταπολέμηση της βίας και της παρενόχλησης στην εργασία και για τη διαχείριση εσωτερικών καταγγελιών για περιστατικά βίας και παρενόχλησης. Οι σχετικές πολιτικές είναι αντικείμενο συλλογικών διαπραγματεύσεων ως περιεχόμενο της Επιχειρησιακής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας ή του Κανονισμού Εργασίας ή καταρτίζονται από τον εργοδότη, κατόπιν διαβούλευσης με τους εκπροσώπους της πλέον αντιπροσωπευτικής συνδικαλιστικής οργάνωσης της επιχείρησης ή της εκμετάλλευσης ή με το συμβούλιο εργαζομένων και, εφόσον δεν υπάρχουν συνδικαλιστικές οργανώσεις και συμβούλιο εργαζομένων, κατόπιν ενημέρωσης των εργαζομένων και ανάρτησης του σχεδίου πολιτικής στον χώρο εργασίας ή γνωστοποίησής του, προκειμένου να λάβει απόψεις.

Σύμφωνα με το άρθρο 23 του νόμου κατά το διάστημα μέχρι τη σύναψη επιχειρησιακής συλλογικής σύμβασης εργασίας, όπου εφαρμόζεται, ή μέχρι την κατάρτιση ή τροποποίηση του κανονισμού εργασίας, όπου υπάρχει, προκειμένου να συμπεριληφθούν σε αυτά οι πολιτικές καταπολέμησης της βίας και παρενόχλησης και διαχείρισης εσωτερικών καταγγελιών, η υποχρέωση του εργοδότη εκπληρώνεται με τη θέση σε ισχύ των πολιτικών αυτών με δική του απόφαση που λαμβάνεται εντός 3 μηνών από την έναρξη ισχύος του νόμου.

ΜΕΡΟΣ ΙΙΙ: ενσωμάτωση της Οδηγίας (ΕΕ) 2019/1158 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 20ής Ιουνίου 2019 για την ισορροπία μεταξύ της επαγγελματικής και της ιδιωτικής ζωής

Στο Μέρος ΙΙΙ λαμβάνει χώρα η  ενσωμάτωση της Οδηγίας (ΕΕ) 2019/1158 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 20ής Ιουνίου 2019 για την ισορροπία μεταξύ της επαγγελματικής και της ιδιωτικής ζωής. Στις σημαντικότερες ρυθμίσεις περιλαμβάνονται οι εξής:

Στο άρθρο 27 προβλέπεται ότι κάθε εργαζόμενος πατέρας δικαιούται άδεια πατρότητας 14 εργάσιμων ημερών, με αποδοχές, η οποία πρέπει να λαμβάνεται κατά τη γέννηση του τέκνου. Η άδεια αυτή δύναται: είτε α) να χορηγείται 2 ημέρες πριν την αναμενόμενη ημερομηνία τοκετού, οπότε οι υπόλοιπες 12 χορηγούνται, συνολικά ή τμηματικά, άμεσα λόγω της γέννησης του τέκνου, εντός 30 ημερών από την ημερομηνία γέννησης είτε β) να χορηγείται μετά την ημερομηνία γέννησης. Σε περίπτωση υιοθεσίας ή αναδοχής τέκνου, ηλικίας έως 8 ετών, η άδεια πατρότητας χορηγείται από την ένταξη του παιδιού στην οικογένεια.

Στο άρθρο 28 προβλέπεται δικαίωμα γονικής άδειας 4 μηνών, η οποία μπορεί να χρησιμοποιηθεί συνεχόμενα ή τμηματικά, μέχρι το παιδί να φτάσει τα 8 έτη, για κάθε εργαζόμενο γονέα ή πρόσωπο που ασκεί  τη γονική μέριμνα εφόσον έχει συμπληρώσει 1 έτος συνεχόμενης ή με διαδοχικές συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου στον ίδιο εργοδότη. Σε περίπτωση υιοθεσίας ή αναδοχής τέκνου ηλικίας έως 8 ετών, η γονική άδεια χορηγείται από την ένταξη του παιδιού στην οικογένεια. Η σχετική άδεια για τους 2 πρώτους μήνες επιδοτείται από τον  Ο.Α.Ε.Δ. και άδεια αναρτάται στο «ΕΡΓΑΝΗ».

Με το άρθρο 29 εισάγεται η άδεια φροντιστή (= εργαζόμενος που παρέχει προσωπική φροντίδα ή υποστήριξη σε συγγενή ή πρόσωπο, που κατοικεί στο ίδιο νοικοκυριό με τον εργαζόμενο και που έχει ανάγκη σημαντικής φροντίδας ή υποστήριξης για σοβαρό ιατρικό λόγο) και συγκεκριμένα κάθε εργαζόμενος που έχει συμπληρώσει 6 μήνες συνεχόμενης ή με διαδοχικές συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου δικαιούται άδεια, για τη φροντίδα προσώπου, διάρκειας έως 5 εργάσιμων ημερών για κάθε ημερολογιακό έτος, εφόσον το πρόσωπο αυτό έχει ανάγκη σημαντικής φροντίδας ή υποστήριξης για σοβαρό ιατρικό λόγο, η οποία βεβαιώνεται με ιατρική γνωμάτευση.

Στο άρθρο 30 προβλέπεται η δυνατότητα απουσίας για λόγους ανωτέρας βίας, που βεβαιώνονται με ιατρική γνωμάτευση, και συγκεκριμένα εργαζόμενος γονέας ή φροντιστής δικαιούται να απουσιάσει από την εργασία του, έως 2 φορές ετησίως και έως 1 εργάσιμη ημέρα κάθε φορά με αποδοχές, για λόγους ανωτέρας βίας που συνδέονται με επείγοντα οικογενειακά ζητήματα σε περίπτωση ασθένειας ή ατυχήματος, που καθιστά απαραίτητη την άμεση παρουσία του εργαζομένου.

Με το άρθρο 31 προβλέπεται ότι το δικαίωμα κάθε εργαζομένου γονέα παιδιών ηλικίας έως 12 ετών ή φροντιστή – που έχει συμπληρώσει 6 μήνες συνεχόμενης εργασίας ή με διαδοχικές συμβάσεις ορισμένου χρόνου – να ζητά ευέλικτες ρυθμίσεις εργασίας για λόγους φροντίδας, όπως ιδίως, τηλεργασία, ευέλικτο ωράριο εργασίας ή μερική απασχόληση.

Στο άρθρο 34 προβλέπεται ότι η τεκμαιρόμενη μητέρα που αποκτά τέκνο με τη διαδικασία της παρένθετης μητρότητας, καθώς και η εργαζόμενη που υιοθετεί τέκνο από την ένταξη του παιδιού στην οικογένεια και έως την ηλικία των 8 ετών, δικαιούνται το μεταγενέθλιο τμήμα της άδειας μητρότητας (ήτοι τις 63 ημερολογιακές ημέρες), καθώς και τις πάσης φύσεως αποδοχές και επιδόματα που συνδέονται με αυτήν, εφόσον πληρούν τις προϋποθέσεις που ορίζονται από φορέα ασφάλισής τους.

Με το άρθρο 35 προβλέπεται η χορήγηση άδειας για υποβολή σε μεθόδους ιατρικώς υποβοηθούμενης αναπαραγωγής και συγκεκριμένα δικαίωμα άδειας 7 εργασίμων ημερών με αποδοχές μετά από βεβαίωση του θεράποντος ιατρού ή του διευθυντή μονάδας ιατρικώς υποβοηθούμενης αναπαραγωγής.

Με το άρθρο 36 ορίζεται ότι είναι δικαιούχοι της ειδικής παροχής προστασίας μητρότητας (6μηνο ΟΑΕΔ) και η τεκμαιρόμενη μητέρα του άρθρου 1464 του ΑΚ που αποκτά τέκνο με τη διαδικασία της παρένθετης μητρότητας και η εργαζόμενη που υιοθετεί τέκνο από την ένταξη του παιδιού στην οικογένεια και έως την ηλικία των 8 ετών.

Στο άρθρο 37 ρυθμίζεται η άδεια φροντίδας τέκνου και συγκεκριμένα: Οι εργαζόμενοι γονείς, όπως ορίζονται στο άρθρο 33 του νόμου, δικαιούνται, εναλλακτικώς μεταξύ τους, την άδεια φροντίδας τέκνου. Η άδεια χορηγείται για χρονικό διάστημα 30 μηνών από τη λήξη της άδειας μητρότητας ή της ειδικής παροχής προστασίας της μητρότητας ή της γονικής άδειας (ανατροφής), ως μειωμένο ωράριο, με δικαίωμα  είτε να προσέρχεται κατά 1 ώρα αργότερα είτε να αποχωρεί κατά 1 ώρα νωρίτερα κάθε ημέρα από την εργασία είτε να τη διακόπτει κατά μία ώρα ημερησίως, σύμφωνα με την αίτησή του. Εναλλακτικώς, έπειτα από συμφωνία των μερών, το μειωμένο ωράριο της παρούσας μπορεί να χορηγείται με άλλους τρόπους, όπως:

α) Μειωμένο ωράριο εργασίας κατά 2 ώρες ημερησίως για τους πρώτους 12 μήνες και κατά 1 ώρα ημερησίως για τους επόμενους 6 μήνες.

β) Πλήρεις ημέρες άδειας, οι οποίες κατανέμονται σε εβδομαδιαία βάση, αντίστοιχου συνολικού αριθμού ωρών, εντός της χρονικής περιόδου κατά την οποία ο/η εργαζόμενος/η δικαιούται μειωμένου ωραρίου για τη φροντίδα του παιδιού.

γ) Ισόχρονη συνεχόμενη άδεια, χορηγούμενη εφάπαξ ή τμηματικώς, εντός της χρονικής περιόδου κατά την οποία ο/η εργαζόμενος/η δικαιούται μειωμένου ωραρίου για τη φροντίδα του παιδιού.

δ) Με όποιον άλλον τρόπο συμφωνούν τα μέρη.

Το άρθρο 38 αφορά την άδεια παρακολούθησης σχολικής επίδοσης τέκνου. Σύμφωνα με την διάταξη εργαζόμενοι γονείς, όπως ορίζονται στο άρθρο 33 του νόμου, πλήρους ή μερικής απασχόλησης, έχουν δικαίωμα για κάθε παιδί, ηλικίας μέχρι 18 ετών συμπληρωμένων, που παρακολουθεί μαθήματα στοιχειώδους ή μέσης εκπαίδευσης, καθώς και γονείς τέκνου με ειδικές ανάγκες, ανεξαρτήτως της ηλικίας του τέκνου, που φοιτά σε δομή ειδικής εκπαίδευσης του Υπουργείου Παιδείας ή είναι ενταγμένο και παρακολουθεί προγράμματα σε Κέντρα Διημέρευσης Ημερήσιας Φροντίδας ατόμων με ειδικές ανάγκες (ΚΔ-ΗΦ ΑμεΑ), Κέντρα Δημιουργικής Απασχόλησης ατόμων με ειδικές ανάγκες (κδαπ ΑμεΑ) και ειδικά εκπαιδευτήρια, να απουσιάζουν, χωρίς περικοπή των αποδοχών τους και μετά από άδεια του εργοδότη, ορισμένες ώρες ή ολόκληρη την ημέρα, από την εργασία τους, μέχρι τη συμπλήρωση 4 εργάσιμων ημερών, κάθε ημερολογιακό έτος, με σκοπό να επισκέπτονται το σχολείο των παιδιών τους, για την παρακολούθηση της σχολικής τους επίδοσης και της εν γένει παρουσίας τους.

Με το άρθρο 39 η άδεια γάμου ανέρχεται σε 6 εργάσιμες ήμερες, με αποδοχές, εφόσον ο εργαζόμενος απασχολείται με σύστημα εξαήμερης εβδομαδιαίας εργασίας και σε 5 εργάσιμες ημέρες, εφόσον απασχολείται με σύστημα πενθήμερης εβδομαδιαίας εργασίας.

Με το άρθρο 40 προβλέπεται ότι οι έγκυοι εργαζόμενες απαλλάσσονται από την εργασία χωρίς περικοπή αποδοχών, κατόπιν προηγούμενης ενημέρωσης του εργοδότη, με κάθε πρόσφορο μέσο, προκειμένου να υποβάλλονται σε εξετάσεις προγεννητικού ελέγχου, εφόσον αυτές οι εξετάσεις πρέπει να γίνουν κατά τη διάρκεια του χρόνου εργασίας.

Στο άρθρο 41 προβλέπεται ότι οι γονείς, κατά την έννοια του άρθρου 33 του νόμου, που εργάζονται σε επιχείρηση ή εκμετάλλευση που απασχολεί τουλάχιστον 50 άτομα και έχουν παιδιά με πνευματική, ψυχική ή σωματική αναπηρία, η οποία πιστοποιείται με ιατρική γνωμάτευση του ασφαλιστικού φορέα στον οποίο υπάγονται τα πρόσωπα αυτά, έχουν το αυτοτελές δικαίωμα για κάθε παιδί, να ζητήσουν τη μείωση του ωραρίου εργασίας τους κατά 1 ώρα την ημέρα, με ανάλογη περικοπή των αποδοχών τους.

Σύμφωνα με το άρθρο 42 οι εργαζόμενοι γονείς, κατά την έννοια του άρθρου 33 του νόμου, έχουν ατομικό και αμεταβίβαστο δικαίωμα, ανεξάρτητα από δικαιώματα που παρέχονται από άλλες διατάξεις, να λαμβάνουν, κατόπιν αιτήσεως τους, άδεια άνευ αποδοχών, που δεν υπερβαίνει τις 6 εργάσιμες ημέρες κάθε ημερολογιακό έτος, σε περίπτωση ασθένειας εξαρτώμενων παιδιών ή άλλων μελών της οικογένειας.  Η άδεια αυτή είναι δυνατό να χορηγείται εφάπαξ ή τμηματικά και αυξάνεται σε 8 εργάσιμες ημέρες, εάν ο δικαιούχος προστατεύει δύο παιδιά και σε 14 εργάσιμες ημέρες, εάν προστατεύει περισσότερα από δύο. Στην έννοια των όρων «εξαρτώμενα παιδιά ή άλλα μέλη της οικογένειας» που έχουν ανάγκη για φροντίδα ή υποστήριξη περιλαμβάνονται:

α) Τα παιδιά έως 16 ετών, φυσικά ή υιοθετημένα, εφόσον οι γονείς έχουν την επιμέλειά τους.

β) Τα παιδιά άνω των 16 ετών που έχουν αποδεδειγμένα ανάγκη από ειδική φροντίδα, για λόγους βαριάς ή χρόνιας ασθένειας, ή αναπηρίας, εφόσον οι γονείς έχουν την επιμέλειά τους.

γ) Ο ή η σύζυγος, εφόσον για λόγους οξείας, βαριάς ή χρόνιας ασθένειας ή αναπηρίας δεν μπορεί να αυτοεξυπηρετηθεί.

δ) Οι γονείς και οι άγαμοι αδελφοί και αδελφές που -για λόγους οξείας, βαριάς ή χρόνιας ασθένειας ή αναπηρίας ή ηλικίας- δεν μπορούν να αυτοεξυπηρετηθούν, εφόσον ο εργαζόμενος έχει τη φροντίδα τους και το ετήσιο εισόδημά τους δεν είναι μεγαλύτερο από το ετήσιο εισόδημα του ημερομίσθιου ανειδίκευτου εργάτη που αμείβεται με το γενικό κατώτερο όριο ημερομισθίου που ισχύει κάθε φορά, υπολογιζόμενο με 25 ημερομίσθια το μήνα.

Στο άρθρο 43 προβλέπεται άδεια λόγω σοβαρών νοσημάτων παιδιών, στο άρθρο 44 άδεια λόγω νοσηλείας παιδιών και στο άρθρο 45 άδεια για μονογονεϊκές οικογένειες.

Τέλος, είναι εξαιρετικά σημαντική η ρύθμιση του άρθρου 48 που αφορά στην προστασία από την απόλυση και το βάρος απόδειξης. Συγκεκριμένα στην εν λόγω διάταξη προβλέπεται ότι απαγορεύεται και είναι άκυρη η καταγγελία της σύμβασης εργασίας εργαζόμενου, επειδή ζήτησε ή έλαβε άδεια ή ευέλικτη ρύθμιση ή επειδή άσκησε δικαίωμα  που προβλέπεται στο Μέρος ΙΙΙ του νόμου. Σε περίπτωση απόλυσης εργαζομένου, επειδή ζήτησε ή έλαβε άδεια ή ευέλικτη ρύθμιση που προβλέπεται στο εν λόγω Μέρος του νόμου, ο εργοδότης υποχρεούται να γνωστοποιεί τους λόγους της απόλυσης εγγράφως. Απαγορεύεται και είναι απόλυτα άκυρη η καταγγελία της σύμβασης ή σχέσης εργασίας εργαζομένης από τον εργοδότη της τόσο κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης της όσο και για χρονικό διάστημα 18 μηνών μετά τον τοκετό ή κατά την απουσία της για μεγαλύτερο χρόνο, λόγω ασθένειας που οφείλεται στην κύηση ή τον τοκετό, καθώς και η καταγγελία της σύμβασης ή σχέσης εργασίας εργαζομένου πατέρα από τον εργοδότη του για χρονικό διάστημα 6 μηνών μετά τον τοκετό, εκτός εάν υπάρχει σπουδαίος λόγος για καταγγελία της σύμβασης εργασίας.

ΜΕΡΟΣ ΙV: Ρυθμίσεις για την προστασία της Εργασίας

Στο Μέρος IV περιλαμβάνονται διατάξεις για την προστασία της εργασίας που αφορούν τόσο στο ατομικό όσο και στο συλλογικό εργατικό δίκαιο. Οι σημαντικότερες εξ αυτών περιλαμβάνουν:

Στο άρθρο 55 προβλέπεται ότι σε όλους ανεξαιρέτως τους κλάδους εργασίας και σε όλους τους τομείς οικονομικής δραστηριότητας, η πλήρης απασχόληση καθορίζεται σε 40 ώρες εβδομαδιαίως, οι οποίες δύνανται να κατανέμονται σε πενθήμερη ή εξαήμερη εβδομαδιαία εργασία, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις, τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας ή τις διαιτητικές αποφάσεις. Όταν εφαρμόζεται σύστημα πενθήμερης εβδομαδιαίας εργασίας, το πλήρες συμβατικό ωράριο εργασίας ανέρχεται ημερησίως σε 8 ώρες, ενώ όταν εφαρμόζεται σύστημα εξαήμερης εβδομαδιαίας εργασίας, το πλήρες ωράριο εργασίας ανέρχεται σε 6 ώρες 40 λεπτά ημερησίως. Στο πλαίσιο διευθέτησης του χρόνου, του άρθρου 41 του ν. 1892/1990, εργασίας ως πλήρης απασχόληση νοείται και η εργασία τεσσάρων (4) ημερών εβδομαδιαίως.

Με το άρθρο 56 το διάλλειμα των εργαζομένων ανέρχεται κατ’ ελάχιστον σε 15 λεπτά με μέγιστο τα 30 λεπτά, όταν ο χρόνος ημερήσιας εργασίας υπερβαίνει τις  4 συνεχόμενες ώρες. Κατά τη διάρκεια του διαλλείματος οι εργαζόμενοι δικαιούνται να απομακρυνθούν από τη θέση εργασίας τους. Το διάλειμμα αυτό δεν αποτελεί χρόνο εργασίας και δεν επιτρέπεται να χορηγείται συνεχόμενο με την έναρξη ή τη λήξη της ημερήσιας εργασίας.

Το άρθρο 57 αφορά την παροχή πρόσθετης εργασίας από εργαζομένους μερικής απασχόλησης. Σύμφωνα με την διάταξη αν παραστεί ανάγκη για πρόσθετη εργασία πέραν της συμφωνημένης, ο εργαζόμενος έχει υποχρέωση να την παράσχει, αν είναι σε θέση να το κάνει και η άρνησή του δεν είναι αντίθετη με την καλή πίστη. Η πρόσθετη εργασία μπορεί να παρασχεθεί, εφόσον συμφωνεί ο εργαζόμενος και κατά ωράριο, που δεν είναι συνεχόμενο σε σχέση με το συμφωνημένο ωράριο της ίδιας ημέρας, υπό την επιφύλαξη των διατάξεων περί ημερήσιας ανάπαυσης. Αν παρασχεθεί εργασία πέραν της συμφωνημένης, ο μερικώς απασχολούμενος δικαιούται αντίστοιχης αμοιβής με προσαύξηση δώδεκα τοις 12% επί της συμφωνηθείσας αμοιβής για κάθε επιπλέον ώρα εργασίας που θα παράσχει.

Στο άρθρο 58 ρυθμίζεται μεταξύ άλλων το ζήτημα των υπερωριών. Συγκεκριμένα σύμφωνα με την εν λόγω διάταξη μισθωτοί απασχολούμενοι υπερωριακώς δικαιούνται για κάθε ώρα νόμιμης υπερωρίας, έως 3 ώρες ημερησίως και μέχρι τη συμπλήρωση 150 ωρών ετησίως, αμοιβή ίση με το καταβαλλόμενο ωρομίσθιο προσαυξημένο κατά σαράντα τοις εκατό (40%). Για κάθε ώρα παράνομης υπερωρίας, ο μισθωτός δικαιούται αποζημίωση ίση με το καταβαλλόμενο ωρομίσθιο προσαυξημένο κατά εκατόν είκοσι τοις εκατό (120%).

Με το άρθρο 59 προβλέπεται ότι η διευθέτηση του χρόνου εργασίας του άρθρου 41 του ν. 1892/1990 είναι δυνατό να εφαρμοσθεί και κατόπιν αιτήματος του εργαζομένου, μετά από έγγραφη συμφωνία. Σε κάθε περίπτωση, απαγορεύεται η καταγγελία της σύμβασης εργασίας για το λόγο ότι ο εργαζόμενος δεν υπέβαλε αίτημα για διευθέτηση του χρόνου εργασίας.

Με το άρθρο 60 καθορίζονται ως ημέρες υποχρεωτικής αργίας, για όλες τις επιχειρήσεις, εκμεταλλεύσεις και εργασίες γενικά, οι οποίες αργούν κατά τις Κυριακές και τις ημέρες αργίας, οι ακόλουθες: α) η 1η Ιανουαρίου, β) η εορτή των Θεοφανείων (6η Ιανουαρίου), γ) η 25η Μαρτίου, δ) η Δευτέρα του Πάσχα, ε) η 1η Μαΐου, στ) η εορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου (15η Αυγούστου), ζ) η 28η Οκτωβρίου, η) η εορτή της Γεννήσεως του Χριστού (25η Δεκεμβρίου) και θ) η 26η Δεκεμβρίου.

Στο άρθρο 61 προβλέπεται ότι η δικαιούμενη, κατ’ έτος, κανονική άδεια πρέπει να εξαντλείται μέχρι το πρώτο τρίμηνο του επόμενου ημερολογιακού έτους.

Το άρθρο 62 ρυθμίζει το ζήτημα της άδειας άνευ αποδοχών και συγκεκριμένα προβλέπει ότι εργαζόμενος πλήρους ή μερικής απασχόλησης δύναται, κατόπιν ατομικής έγγραφης συμφωνίας με τον εργοδότη, να λάβει άδεια άνευ αποδοχών για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει το 1 έτος, η οποία δύναται να παραταθεί με νεότερη συμφωνία των μερών. Κατά τη διάρκεια της άδειας η σύμβαση εργασίας τίθεται σε αναστολή και δεν οφείλονται ασφαλιστικές εισφορές. Η έγγραφη συμφωνία αναρτάται στο «ΕΡΓΑΝΗ» και αντίγραφό της γνωστοποιείται στον e-Ε.Φ.Κ.Α.

Με το άρθρο 63 προστίθενται εξαιρέσεις από την υποχρεωτική ανάπαυση κατά Κυριακές και Αργίες.

Με το άρθρο 64 καταργείται – με ισχύ από 01.01.2022 - κάθε διάκριση μεταξύ υπαλλήλων και εργατοτεχνιτών αναφορικά με την προθεσμία προμήνυσης και την καταγγελία των συμβάσεων εξαρτημένης εργασίας. Για την αποζημίωση απόλυσης, ως μηνιαίος μισθός του εργατοτεχνίτη λογίζονται τα είκοσι δύο (22) ημερομίσθια, εκτός εάν ήδη αμείβεται με μηνιαίο μισθό.

Με το άρθρο 65 προβλέπεται η δυνατότητα απαλλαγής του εργαζομένου από την υποχρέωση παροχής εργασίας μετά την καταγγελία με προειδοποίηση και με το άρθρο 66 ρυθμίζονται ζητήματα που αφορούν στην προστασία από τις απολύσεις. Είναι σημαντικό ότι για ορισμένες περιπτώσεις απολύσεων (ήτοι για διαφορετικούς λόγους από τους αναφερόμενους στην παρ. 1 του άρθρου 66) το δικαστήριο, αντί οποιασδήποτε άλλης συνέπειας, μετά από αίτημα είτε του εργαζόμενου είτε του εργοδότη, επιδικάζει υπέρ του εργαζομένου ποσό προσθετής αποζημίωσης, το οποίο δεν μπορεί να είναι μικρότερο των τακτικών αποδοχών 3 μηνών ούτε μεγαλύτερο του διπλάσιου της κατά νόμο αποζημίωσης, λόγω καταγγελίας κατά τον χρόνο απόλυσης.

Ο εργαζόμενος που επικαλείται ελάττωμα της καταγγελίας κατά την παρ. 1 του άρθρου 66 δικαιούται να ζητήσει, αντί για την αναγνώριση ακυρότητας της καταγγελίας και την επέλευση των συνεπειών της ακυρότητας, την επιδίκαση της παραπάνω πρόσθετης αποζημίωσης.

Εάν κατά την καταγγελία της σύμβασης εξαρτημένης εργασίας δεν τηρήθηκαν οι προϋποθέσεις της παρ. 3 του άρθρου 5 του ν. 3198/1955 (Α’ 98) και με εξαίρεση την καταβολή της αποζημίωσης απολύσεως, το κύρος της καταγγελίας ισχυροποιείται, εφόσον ο εργοδότης καλύψει την τυπική παράλειψη εντός προθεσμίας 1 μηνός από την επίδοση της σχετικής αγωγής ή από την υποβολή αιτήματος επίλυσης εργατικής διαφοράς.  Όταν το ποσό της αποζημίωσης υπολείπεται του ποσού της νόμιμης αποζημίωσης, λόγω προφανούς σφάλματος ή εύλογης αμφιβολίας ως προς τη βάση υπολογισμού αυτής, δεν αναγνωρίζεται η ακυρότητα της καταγγελίας, αλλά διατάσσεται η συμπλήρωση της αποζημίωσης καταγγελίας.

Το άρθρο 67 αφορά στη ρύθμιση της τηλεργασίας και προβλέπει το δικαίωμα αποσύνδεσης. Συγκεκριμένα προβλέπεται ότι ο τηλεργαζόμενος έχει δικαίωμα αποσύνδεσης, το οποίο συνίσταται στο δικαίωμα του να απέχει πλήρως από την παροχή της εργασίας του και ιδίως, να μην επικοινωνεί ψηφιακώς και να μην απαντά σε τηλεφωνήματα, μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ή σε οποιασδήποτε μορφής επικοινωνία εκτός ωραρίου εργασίας και κατά τη διάρκεια των νομίμων αδειών του. Απαγορεύεται κάθε δυσμενής διάκριση σε βάρος τηλεργαζομένου, επειδή άσκησε το δικαίωμα αποσύνδεσης. Τα τεχνικά και οργανωτικά μέσα, που απαιτούνται για να εξασφαλίσουν την αποσύνδεση του τηλεργαζομένου από τα ψηφιακά εργαλεία επικοινωνίας και εργασίας αποτελούν υποχρεωτικούς όρους της σύμβασης τηλεργασίας και συμφωνούνται μεταξύ του εργοδότη και των εκπροσώπων των εργαζομένων στην επιχείρηση ή εκμετάλλευση. Σε περίπτωση έλλειψης συμφωνίας, τα μέσα του προηγουμένου εδαφίου καθορίζονται από τον εργοδότη και γνωστοποιούνται από αυτόν σε όλους τους εργαζομένους. Το ωράριο τηλεργασίας, καθώς και η αναλογία τηλεργασίας και εργασίας στις εγκαταστάσεις του εργοδότη, δηλώνονται στο Π.Σ. «ΕΡΓΑΝΗ».

Στο άρθρο 74 αφορά στην Ψηφιακή Κάρτα Εργασίας. Συγκεκριμένα με την εν λόγω διάταξη προβλέπεται ότι επιχειρήσεις – εργοδότες υποχρεούνται να διαθέτουν και να λειτουργούν ηλεκτρονικό σύστημα μέτρησης του χρόνου εργασίας των εργαζομένων τους, άμεσα συνδεδεμένο και διαλειτουργικό, σε πραγματικό χρόνο, με το ΕΡΓΑΝΗ.  Σε περίπτωση που σε επιτόπιο έλεγχο διαπιστωθεί ότι η ψηφιακή κάρτα εργαζομένου δεν είναι ενεργοποιημένη θα επιβάλλεται πρόστιμο 10.500 ευρώ ανά εργαζόμενο που δεν έχει ενεργοποιημένη κάρτα και σε περίπτωση που διαπιστωθεί παράβαση σε 3 ελέγχους εντός 12 μηνών επιβάλλεται προσωρινή διακοπή λειτουργίας της επιχείρησης για 15 ημέρες. Για την εφαρμογή της διάταξης θα πρέπει να εκδοθούν Υπουργικές Αποφάσεις.

Στο άρθρο 75 προβλέπεται δυνατότητα εκπρόθεσμης υποβολής εντύπων στο ΕΡΓΑΝΗ και στο άρθρο 78 αφορά στην καταχώρηση αλλαγής ωραρίου και υπερωριών στο ΕΡΓΑΝΗ με αναφορά και στην περίπτωση των οδηγών φορτηγών και λεωφορείων.

Στα άρθρα 82 επ. εισάγονται ρυθμίσεις για τις συνδικαλιστικές οργανώσεις και στο άρθρο 97 προβλέπεται ότι οι όροι της ΕΓΣΣΕ κωδικοποιούνται, με ευθύνη των μερών που την υπογράφουν, εντός 15 ημερών από την υπογραφή της. Αν παρέλθει άπρακτη η προθεσμία αυτή, κωδικοποιούνται με απόφαση της Ολομέλειας του Ανωτάτου Συμβουλίου Εργασίας 15 ημερών από τη λήξη της ως άνω προθεσμίας. Από 01.01.2022 οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας και οι διαιτητικές αποφάσεις πρέπει να εμπεριέχουν κωδικοποίηση όλων των εν ισχύ όρων τους, συμπεριλαμβανομένων τόσο των συμφωνούμενων το πρώτον με τη συγκεκριμένη συλλογική ρύθμιση, όσο και αυτών που τυχόν διατηρούνται σε ισχύ, άλλως ισχύουν μόνο οι κωδικοποιημένες διατάξεις.

ΜΕΡΟΣ V: Σύσταση Ανεξάρτητης Αρχής Επιθεώρησης Εργασίας

Στο Μέρος V προβλέπεται η σύσταση Ανεξάρτητης Αρχής Επιθεώρησης Εργασίας από την οποία θα αντικατασταθεί το ΣΕΠΕ.

ΜΕΡΟΣ VI: Κύρωση Διεθνούς Σύμβασης και ΜΕΡΟΣ VIΙ: Μέτρα Εφαρμογής της Σύμβασης 187 της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας

Στα Μέρη VI και VII του ν. 4808/2021 λαμβάνει χώρα η κύρωση της Σύμβασης 187 της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας για το Πλαίσιο Προώθησης της Ασφάλειας και της Υγείας στην Εργασία και προβλέπονται μέτρα εφαρμογής της.

ΜΕΡΟΣ VIII: Λοιπές Εργασιακές Ρυθμίσεις

Τέλος στο Μέρος VIII περιλαμβάνονται λοιπές εργασιακές ρυθμίσεις στις οποίες περιλαμβάνεται η παράταση του Μηχανισμού Ενίσχυσης «ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ» έως 30.09.2021 (άρθρο 131) και η δυνατότητα των επιχειρήσεων – εργοδοτών που απασχολούν εργαζόμενους, των οποίων η σύμβαση εργασίας έχει τεθεί σε αναστολή από το Μάρτιο του 2020 και συνεχίζει να τελεί  αδιαλείπτως ή κατά διαστήματα μέχρι την 30η Ιουνίου 2021,  να μεταφέρουν το σύνολο ή το υπόλοιπο των δικαιούμενων ημερών της ετήσιας κανονικής άδειας του έτους 2020, κατά τμήματα και έως τις 31.12.2022 (άρθρο 132).

Διαβάστε το νόμο αναλυτικά εδώ.